Αρχές Οικονομετρικής Ανάλυσης
Χρήστος Αγιακλόγλου,
Θεοφάνης Μπένος
Α΄ Έκδοση
Εκδότης: Μπένου Ε.
Μορφή: Μαλακό εξώφυλλο
Αριθμός σελίδων: 752
Κωδικός ISBN: 978-960-359-111-5
Διαστάσεις: 17 × 24 εκ.
Κωδ. Εύδοξος: 112694415
Η εμπειρική μελέτη και η ποσοτική αναγνώριση των σχέσεων που περιγράφουν τη συμπεριφορά των οικονομικών φαινομένων είναι αναγκαία και απαραίτητη για την ολοκλήρωση και τεκμηρίωση της οικονομικής θεωρίας. Το "γεφύρωμα" αυτό μεταξύ οικονομικής θεωρίας και πράξης επιτελεί η οικονομετρία, η οποία λόγω της ιδιομορφίας των οικονομικών μεταβλητών έχει αποκτήσει ξεχωριστή οντότητα και θέση στο χώρο των επιστημών. Η οικονομετρία όχι μόνο συνέβαλλε στην εδραίωση και εξέλιξη της οικονομικής επιστήμης, αλλά επιπλέον βοήθησε και στην ανάπτυξη της σε θεωρητικό επίπεδο, αφού αρκετές οικονομικές θεωρίες έχουν προέλθει από την εμπειρική μελέτη οικονομικών φαινομένων. Επιπρόσθετα, η οικονομετρία συμμέχει στη διαδικασία λήψεων διοικητικών και οικονομικών αποφάσεων, δεδομένου ότι τα εμπειρικά αποτελέσματά της μπορούν να χρησιμοποιηθούν, πέρα από την αναγνώριση του τρόπου συμπεριφοράς του φαινομένου, και για τη δημιουργία προβλέψεων που αφορούν τα μελλοντικά εξέλιξη του φαινομένου.
Ο σκοπός του συγγράμματος αυτού είναι διττός. Αφενός προσπαθεί να δώσει στον αναγνώστη τα αναγκαία στατιστικά εργαλεία που απαιτούνται σε κάθε οικονομετρική ανάλυση και αφετέρου να τον εξοικειώσει με την έννοια, το σκοπό, καθώς και τη λειτουργία της οικονομετρίας, έτσι ώστε να τον εισάγει στη μεθοδολογία της οικονομετρικής ανάλυσης. Για το λόγο αυτό, η παρουσίαση των κεφαλαίων έγινε με απλό τρόπο, ώστε το περιεχόμενο τους να είναι εύκολα κατανοητό και η θεωρητική παρουσίαση της οικονομετρίας συνοδεύεται με εμπειρικές εφαρμογές.
Στο κεφάλαιο 1 αναλύεται η μεθοδολογία της οικονομετρίας σύμφωνα με την οποία προσδιορίζεται η ποσοτική σχέση μεταξύ των διαφόρων μεταβλητών που εμπλέκονται στην ερμηνεία των οικονομικών φαινομένων. Στο κεφάλαιο 2 αναπτύσσεται η έννοια της τυχαίας μεταβλητής όπως αυτή καθορίζεται με βάση τις τιμές και τη συνάρτηση πιθανοτήτων της. Στο κεφάλαιο 3 περιγράφονται ορισμένες θεωρητικές κατανομές τυχαίων μεταβλητών, οι οποίες είναι απαραίτητες για την οικονομετρική ανάλυση. Στο κεφάλαιο 4 γίνεται αναφορά στην έννοια και μεθοδολογία της στατιστικής επαγωγής σύμφωνα με την οποία προσδιορίζεται η τιμή και το εύρος τιμών για κάθε μία παράμετρο με βάση την αλγεβρική μορφή του εκτιμητή της και τις παρατηρήσεις του δείγματος. Στο κεφάλαιο 5 αναλύονται όλες οι μορφές στατιστικών ελέγχων που είναι δυνατό να εμφανιστούν και να χρησιμοποιηθούν στην οικονομετρία, ενώ το κεφάλαιο 6 αναφέρεται εισαγωγικά στην έννοια της ανάλυσης της παλινδρόμησης, καθώς και στις διαφορές της από την ανάλυση της συσχέτισης.
Κατόπιν, στο κεφάλαιο 7 περιγράφεται ο τρόπος εκτίμησης της πιο απλής μορφής γραμμικού υποδείγματος, δηλαδή του απλού γραμμικού υποδείγματος, στο οποίο εμπλέκονται μόνο δύο μεταβλητές. Στο κεφάλαιο 8 παρουσιάζεται η στατιστική αναφορά των παραμέτρων του απλού γραμμικού υποδείγματος, καθώς και ο τρόπος δημιουργίας προβλέψεων από αυτό το υπόδειγμα. Στο κεφάλαιο 9 αναπτύσσεται ο τρόπος εκτίμησης ενός πολλαπλού γραμμικού υποδείγματος στο οποίο η συμπεριφορά της εξαρτημένης μεταβλητής ερμηνεύεται από περισσότερες της μιας ανεξάρτητες μεταβλητές και στο κεφάλαιο 10 αναλύονται όλοι οι τρόποι στατιστικής αναφοράς των παραμέτρων ενός πολλαπλού γραμμικού υποδείγματος, καθώς επίσης και ο τρόπος δημιουργίας προβλέψεων.
Τέλος, στα κεφάλαια 11 ως 14 γίνεται αναφορά στα προβλήματα που πιθανόν να ανακύψουν στην ανάλυση της παλινδρόμησης όταν παραβιάζονται ορισμένες από τις υποθέσεις του υποδείγματος. Ειδικότερα, στο κεφάλαιο 11 αναλύεται το πρόβλημα της πολυσυγγραμμικότητας, δηλαδή της ύπαρξης γραμμικής συσχέτισης μεταξύ των ανεξάρτητων μεταβλητών και στο κεφάλαιο 12 το πρόβλημα της ετεροσκεδαστικότητας, δηλαδή της παραβίασης της υπόθεσης της σταθερής και ίσης διακύμανσης των τιμών του τυχαίου σφάλματος του υποδείγματος. Στο κεφάλαιο 13 αναπτύσσεται το πρόβλημα της αυτοσυσχέτισης, δηλαδή την παραβίαση της υπόθεσης της ανεξαρτησίας των τιμών του τυχαίου σφάλματος του υποδείγματος και τέλος, στο κεφάλαιο 14 παρουσιάζεται το πρόβλημα της αμεροληψίας των εκτιμητών των συντελεστών του υποδείγματος, καθώς και το πρόβλημα της κανονικότητας, το οποίο εμφανίζεται στην ανάλυση της παλινδρόμησης όταν παραβιάζεται η υπόθεση της κανονικότητας των τιμών του τυχαίου σφάλματος του υποδείγματος.
Θα Θέλαμε από τη θέση αυτή να ευχαριστήσουμε τον καθηγητή ΡauΙ Newbold του Πανεπιστημίου του Nottingham για τις εποικοδομητικές παρατηρήσεις του σε ορισμένα σημεία του βιβλίου, καθώς επίσης και τον καθηγητή Anil Bera του Πανεπιστημίου του Illinois στην Urbana-Champaign.
Είναι προφανές ότι για τυχόν λάθη ή παραλείψεις ευθύνονται μόνο οι συγγραφείς.
Οι συγγραφείς
Χρήστος Ν. Αγιακλόγλου
Θεοφάνης Ε. Μπένος