Διακυβέρνηση Αθλητικών Οργανισμών
Παπαδημητρίου Δήμητρα
Αναγνωστόπουλος Χρήστος
Α΄ Έκδοση
Εκδότης: Μπένου Ε.
Μορφή: Μαλακό εξώφυλλο
Αριθμός σελίδων: 600
Κωδικός ISBN: 978-960-359-165-8
Διαστάσεις: 17 × 24 εκ.
Κωδ. Εύδοξος: 112694566
Είναι αλήθεια ότι η ιδέα για τη συγγραφή του βιβλίου αυτού κυοφορείτο για αρκετά χρόνια στη σκέψη και των δύο συγγραφέων και, πάντως, ερχόταν πιο επιτακτικά στο προσκήνιο κάθε φορά που οι αθλητικοί οργανισμοί (διεθνείς, εθνικοί και τοπικοί) διαφαίνονταν δίπλα ή πίσω από τους αθλητές τους που σημείωναν διακρίσεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο ή απασχολούσαν τη δημοσιότητα για λανθασμένους κάθε φορά λόγους. Αυτές ακριβώς τις στιγμές, ενώ ηχούσε στα αυτιά μας όλο και πιο έντονα η δημόσια διαπίστωση ότι «...έχουμε σοβαρά ζητήματα διακυβέρνησης στους αθλητικούς οργανισμούς», συνειδητοποιούσαμε εμφατικά την παντελή έλλειψη στη χώρα μας ενός εγχειριδίου για τη διδασκαλία της διακυβέρνησης των αθλητικών οργανισμών. Ωστόσο, το έναυσμα για τη συγγραφή του βιβλίου αυτού έδωσε η ίδρυση του νέου μεταπτυχιακού προγράμματος στη Διοίκηση των Αθλητικών Οργανισμών, στο πλαίσιο του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, στο οποίο εντάχθηκε το μάθημα «Διακυβέρνηση Αθλητικών Οργανισμών». Αξίζει να τονιστεί ότι η εξέλιξη αυτή ευθυγραμμίζεται με αρκετά διεθνή προγράμματα σπουδών της Διοίκησης Αθλητισμού που εμπεριέχουν ήδη στον κορμό των σπουδών τους τη διακυβέρνηση των αθλητικών οργανισμών. Επίσης, η διεθνής βιβλιογραφία καταγράφει μερικές εκατοντάδες επιστημονικών άρθρων που έχουν ήδη δημοσιευτεί σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά της διοίκησης του αθλητισμού και πραγματεύονται ζητήματα διακυβέρνησης στους αθλητικούς οργανισμούς. Συνεπώς, συνειδητοποιώντας ότι η γνώση για τη διακυβέρνηση των αθλητικών οργανισμών είναι ήδη εκτενής, η δική μας εργασία περιορίστηκε στο να συνθέσουμε την εν λόγω βιβλιογραφία σε ένα εγχειρίδιο που θα μπορούσε να είναι χρήσιμο στους φοιτητές και στις φοιτήτριές μας στα προγράμματα σπουδών, αλλά και στα εκατοντάδες άμισθα και έμμισθα διοικητικά στελέχη των αθλητικών οργανισμών και, κυρίως, στα ενεργά μέλη των διοικητικών συμβουλίων των 49 Εθνικών Αθλητικών Ομοσπονδιών και των 5.000 και πλέον αθλητικών συλλόγων της χώρας.
Πράγματι, η διακυβέρνηση ως γνωστικό αντικείμενο έρευνας και διοικητικής πρακτικής έχει ιδιαίτερη αξία, γιατί μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε σε βάθος (α) τον κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό ρόλο των αθλητικών οργανισμών της σύγχρονης κοινωνίας και (β) τις συνέπειες της απουσίας της. Στις πιο απλές μορφές οργάνωσης του αθλητισμού, δηλαδή στον αθλητικό σύλλογο ή σωματείο, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις, για να υφίσταται ο δεσμός κοινού συμφέροντος, ως ζωτικό μέρος αυτού που αποκαλούμε «κοινωνία των πολιτών». Οι οργανισμοί αυτοί είναι κοινή υπόθεση των μελών τους και όλων εκείνων των πολιτών που επιλέγουν να ενεργοποιούνται στις λειτουργίες τους, για να παράγουν ωφελήματα για τους αθλητές τους και να σχεδιάζουν τα λεγόμενα «μοντέλα ανάπτυξης» του κάθε αθλήματος. Όμως, για να ευδοκιμήσει αυτός ο κοινός δεσμός συμφέροντος, απαιτούνται όραμα, στρατηγικοί στόχοι, πόροι, ξεκάθαρες πολιτικές και δια-δικασίες ελέγχου που διασφαλίζουν την τήρηση της νομιμότητας και την ουσιαστική λογοδοσία και διαφάνεια. Στο πλαίσιο αυτό οι αθλητικοί οργανισμοί οφείλουν να περιφρουρούν και να ενισχύουν τις δημοκρατικές διαδικασίες στο εσωτερικό τους. Παράλληλα, οι εκάστοτε ηγέτες των αθλητικών οργανισμών επιβάλλεται όχι μόνον να ασκούν αποτελεσματική διακυβέρνηση στις παρούσες συνθήκες, αλλά και να εργάζονται, να μεριμνούν και να διασφαλίζουν την ομαλή παράδοση της «σκυτάλης» στους νέους ηγέτες, με τον ίδιο τρόπο, όπως αποσύρονται οι μεγάλοι αθλητές από το βάθρο, για να ανεβούν οι νεότεροι. Όταν η διακυβέρνηση είναι απούσα ή «νοσεί» σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, τότε μοιραία εντός των αθλητικών οργανισμών κυριαρχούν η αδιαφάνεια, η κακοδιαχείριση των πόρων και τα κάθε είδους σκάνδαλα που διαβρώνουν τις δημοκρατικές διαδικασίες, τις οποίες οι ίδιοι οι οργανισμοί έχουν θεσμοθετήσει. Παράλληλα, υπάρχει σημαντικό έλλειμμα νομιμότητας, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η αυτονομία και το αλληλένδετο δικαίωμα της αυτορρύθμισης των αθλητικών οργανισμών που -έως τις μέρες μας- θεωρούνται αυτονόητα.
Στο πλαίσιο αυτό, το παρόν βιβλίο φιλοδοξεί να προσφέρει γνώσεις, να αναπτύξει δεξιότητες και να δώσει αφορμή για προβληματισμό, ισορροπώντας σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις και παραμέτρους της διακυβέρνησης των αθλητικών οργανισμών της χώρας. Πιο συγκεκριμένα και σχηματικά, το παρόν πόνημα:
• Παραθέτει μια σειρά από θεωρητικές έννοιες που είναι αλληλένδετες με τη διακυβέρνηση των αθλητικών οργανισμών και η κατανόησή τους ενισχύεται στοχευμένα από έναν μεγάλο αριθμό μελετών περίπτωσης που αντλούνται από διεθνείς και εθνικούς αθλητικούς οργανισμούς.
• Αναλύει τις σημαντικότερες θεωρίες και μοντέλα που αποτελούν προϋπόθεση για τη βαθύτερη κατανόηση της ποιότητας και της δυναμικής της διακυβέρνησης των αθλητικών οργανισμών και της αλληλένδετης βιωσιμότητάς τους.
• Αναδεικνύει σημαντικά ζητήματα διακυβέρνησης, θέτοντας ερωτήματα που δίνουν τροφή για σκέψη και προβληματισμό σχετικά με τον «στίβο» της καθημερινότητας των αθλητικών οργανισμών, ενώ την ίδια στιγμή λειτουργούν ως εφαλτήρια για περαιτέρω εμπειρική έρευνα και παραγωγή νέας γνώσης από τους ερευνητές της διακυβέρνησης.
• Παραθέτει εφαρμόσιμες προτάσεις και μέτρα για την ενίσχυση της ευρύτερης διακυβέρνησης των αθλητικών οργανισμών και, ειδικότερα, για την αξιολόγηση και τη βελτίωση της χρηστής διακυβέρνησης.
• Διαχωρίζει τη θεωρία και τα μοντέλα της διακυβέρνησης από τις επιμέρους πρακτικές διαδικασίες και εστιάζει κατά προτεραιότητα σε αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που ενδυναμώνουν τη λειτουργία του διοικητικού συμβουλίου, αναγνωρίζοντας τον καταλυτικό ρόλο που διαδραματίζει το συμβούλιο στη διακυβέρνηση του αθλητικού οργανισμού.
Ως προς τη δομή, το βιβλίο «Διακυβέρνηση Αθλητικών Οργανισμών» χωρίζεται σε τρία μέρη και απαρτίζεται από 15 κεφάλαια. Στόχος του Μέρους Ι, που φέρει τον τίτλο «Έννοιες, Θεωρίες και Μοντέλα Διακυβέρνησης», και των εντός αυτού τριών κεφαλαίων είναι να τεθεί το πλαίσιο, μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα η δια-κυβέρνηση των αθλητικών οργανισμών, ενώ, ταυτόχρονα, γίνεται προσπάθεια αποσαφήνισης της έννοιας της «διακυβέρνησης» έναντι άλλων συναφών όρων. Πιο συγκεκριμένα, το Κεφάλαιο 1 αναφέρεται στην ιδιαιτερότητα και στα μοναδικά χαρακτηριστικά της διακυβέρνησης στον τομέα του αθλητισμού και περιγράφει την έννοια της «διακυβέρνησης στον αθλητισμό» ως προς το συστημικό, πολιτικό και οργανωσιακό επίπεδό της. Το Κεφάλαιο 2 εστιάζει στις έννοιες «αυτονομία» και «νομιμότητα», οι οποίες αποτελούν την αφετηρία για την κατανόηση των αρχών, διαστάσεων και διαδικασιών (χρηστής) διακυβέρνησης στους αθλητικούς οργανισμούς. Μέσα από έναν μεγάλο αριθμό παραδειγμάτων, το κεφάλαιο επικεντρώνεται τόσο στις διαφορετικές μορφές νομιμότητας όσο και στις πρακτικές νομιμοποίησης που οι αθλητικοί οργανισμοί καλούνται να υιοθετούν. Το Κεφάλαιο 3 εισάγει τον αναγνώστη στις διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις που διαχρονικά έχουν συμβάλει στην κατανόηση της πολυδιάστατης φύσης και συνθετότητας της οργανωσιακής διακυβέρνησης. Επίσης, παραθέτει με κριτικό βλέμμα τρία μοντέλα διακυβέρνησης (το παραδοσιακό, το μοντέλο πολιτικών διακυβέρνησης και το επιχειρηματικό), με απώτερο στόχο να αναδείξει τα κυρίαρχα διλήμματα στην αθλητική οργανωσιακή διακυβέρνηση.
Τα επόμενα εφτά κεφάλαια συνθέτουν το Μέρος ΙΙ, τιτλοφορούμενο ως «Ενίσχυση της Δυναμικής του Διοικητικού Συμβουλίου», το οποίο επικεντρώνεται τόσο στα πιο σημαντικά στοιχεία όσο και στις (μικρο) διαδικασίες της οργανωσιακής διακυβέρνησης των αθλητικών οργανισμών. Το Κεφάλαιο 4 εστιάζει στον ρόλο και τις αρμοδιότητες των διοικητικών συμβουλίων των αθλητικών οργανισμών, παραθέτοντας και αναλύοντας τις διάφορες μορφές συμβουλίων και σχολιάζοντας, ταυτόχρονα, τη σημασία της ανεξαρτησίας τους. Το Κεφάλαιο 5 συζητά και εμβαθύνει πάνω στην ίδια την έννοια της «σύνθεσης» και των δεξιοτήτων που συμβάλλουν στην αποτελεσματική λειτουργία του διοικητικού συμβουλίου. Παραθέτει, επίσης, επιχειρήματα υπέρ της ποικιλομορφίας του διοικητικού συμβουλίου και περιγράφει ενδεδειγμένες διαδικασίες και πολιτικές που είναι απαραίτητες για την ανανέωσή του. Το Κεφάλαιο 6 εστιάζει στην καταγραφή των παραγόντων, των διαδικασιών και των πρακτικών που βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα των συσκέψεων του διοικητικού συμβουλίου. Αυτό επιτυγχάνεται περιγράφοντας τον ρόλο του προέδρου στις συσκέψεις, τη σύγκρουση συμφερόντων, καθώς και την αξιολόγηση των συσκέψεων. Στο Κεφάλαιο 7 γίνεται επισκόπηση των κυριοτέρων παραγόντων που επηρεάζουν την απόδοση του συμβουλίου και διαμορφώνουν τις συνθήκες για την ανάπτυξη της δυναμικής του, με γνώμονα την εκπλήρωση της αποστολής του αθλητικού οργανισμού. Το Κεφάλαιο 8 εστιάζει στις επιτροπές που στηρίζουν το έργο και την αποδοτικότητα των διοικητικών συμβουλίων των αθλητικών οργανισμών. Περιγράφονται οι διαφορετικοί τύποι επιτροπών και ο ρόλος τους στη διακυβέρνηση και διοίκηση των αθλητικών οργανισμών. Γίνεται αναφορά στις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις συγκρότησης των επιτροπών και δίνονται αρκετά παραδείγματα επιτροπών από διεθνείς οργανισμούς και από μια ελληνική αθλητική ομοσπονδία. Το Κεφάλαιο 9 προσεγγίζει τη στρατηγική διοίκηση μέσα από το πρίσμα του συμβουλίου των αθλητικών οργανισμών. Αναλύεται ο ρόλος του συμβουλίου στη διαμόρφωση της στρατηγικής σκέψης του οργανισμού και συζητούνται οι παράγοντες που συμβάλλουν, ώστε να ενισχυθεί η στρατηγική σκέψη εντός του αθλητικού οργανισμού. Τέλος, το Κεφάλαιο 10 εστιάζει στον ρόλο του έμμισθου γενικού διευθυντή και αναλύει τη σημασία της σύνθετης σχέσης συμβουλίου-γενικού διευθυντή για την αποτελεσματική λειτουργία του διοικητικού συμβουλίου και, κατ' επέκταση, του αθλητικού οργανισμού.
Το Μέρος ΙΙΙ, που φέρει τον τίτλο «Χρηστή Διακυβέρνηση από τη Θεωρία στην Πράξη», αποτελείται από πέντε κεφάλαια, τα οποία επικεντρώνονται στο πώς η διακυβέρνηση περνά από τη θεωρία στην πράξη παρουσιάζοντας αρχές και κριτήρια χρηστής οργανωσιακής διακυβέρνησης. Πιο συγκεκριμένα, στο Κεφάλαιο 11 συζητείται το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου «χρηστή διακυβέρνηση» και δίνονται παραδείγματα εθνικών πλαισίων, υπό τη μορφή πολιτικών ή συμβουλευτικών οδηγών, που φιλοδοξούν να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης των αθλητικών οργανισμών. Τα πλαίσια αυτά περιλαμβάνουν -μεταξύ άλλων- συστάσεις για τη λειτουργία του συμβουλίου μέσω των διαστάσεων της διαφάνειας, της λογοδοσίας, των δημοκρατικών διαδικασιών και της κοινωνικής ευθύνης. Το Κεφάλαιο 12 εστιάζει στις προκλήσεις που είναι αλληλένδετες με την κατανόηση της έννοιας της «διαφάνειας» και με τα παρεπόμενα οφέλη για τους αθλητικούς οργανισμούς. Παράλληλα, παραθέτει ένα πλαίσιο αρχών και συναφών πρακτικών που βοηθούν στην ενίσχυση της διαφάνειας στους αθλητικούς οργανισμούς. Το Κεφάλαιο 13 εμβαθύνει στην έννοια της «λογοδοσίας» και παραθέτει δείκτες και εργαλεία που υπηρετούν τη λογοδοσία στην πράξη, ώστε οι αθλητικοί οργανισμοί να αποκτήσουν κουλτούρα χρηστής διακυβέρνησης. Το Κεφάλαιο 14 εστιάζει στην ανάλυση των δημοκρατικών διαδικασιών των αθλητικών οργανισμών, στα θέματα αντιπροσώπευσης και νομιμοποίησης και στο πώς οι δημοκρατικές διαδικασίες βρίσκουν εφαρμογή στα μεγάλα αθλητικά γεγονότα. Τέλος, το Κεφάλαιο 15 αποσαφηνίζει την έννοια της «κοινωνικής ευθύνης» κάνοντας αναφορά σε ορισμούς, εργαλεία και βήματα εφαρμογής, αλλά και σε εταιρικά προγράμματα που χρησιμοποιούν τους αθλητικούς οργανισμούς ως «οχήματα» για την ανάδειξη της κοινωνικής ευθύνης των τυπικών επιχειρήσεων.
Πάτρα / Λευκωσία,
Δήμητρα Παπαδημητρίου, Χρήστος Αναγνωστόπουλο